aa

Βρίσκεστε εδώ: ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ"ΕΝΑΣ ΣΥΓΧΡΟΝΟΣ ΜΥΘΟΣ ΣΤΑ ΓΑΛΛΙΚΑ" - ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ (2012-13)

"ΕΝΑΣ ΣΥΓΧΡΟΝΟΣ ΜΥΘΟΣ ΣΤΑ ΓΑΛΛΙΚΑ" - ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ (2012-13)

ΕΝΑΣ ΣΥΓΧΡΟΝΟΣ ΜΥΘΟΣ ΣΤΑ ΓΑΛΛΙΚΑ

Στα πλαίσια του μαθήματος των γαλλικών και της προετοιμασίας για το Κρατικό Πιστοποιητικό Γλωσσομάθειας, 19 μαθητές από τα τμήματα Γ5 - Γ6 συμμετείχαν στον πανελλήνιο διαγωνισμό γαλλοφωνίας 2013, που σαν στόχο είχε τη δημιουργία ενός μύθου εμπνευσμένου από τη γαλλική ή ελληνική μυθολογία και προσαρμοσμένου στη σύγχρονη πραγματικότητα. Τα παιδιά εμπνεύστηκαν από ένα μύθο του Αισώπου, «Ο λύκος και ο σκύλος», που με εύστοχο τρόπο θέτει το ζήτημα της προσωπικής ελευθερίας και των συμβιβασμών που (δεν) είμαστε έτοιμοι να κάνουμε και τον μετέφεραν επιτυχώς σε μια φυλή της αφρικανικής ηπείρου που υπάρχει στην πραγματικότητα, τους Ίγκμπο.
Τα παιδιά που έλαβαν μέρος σε αυτή τη συλλογική προσπάθεια είναι:
ΤΜΗΜΑ: Γ5                
1.    ΒΡΕΝΤΖΟΥ ΒΑΛΙΑ
2.    ΓΟΥΡΝΙΕΖΑΚΗΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ
3.    ΖΕΡΒΑΛΑΚΗΣ ΜΙΧΑΛΗΣ
4.    ΚΑΛΛΕΡΓΗ ΜΑΡΙΝΑ
5.    ΚΟΚΟΒΑΚΗ ΑΣΗΜΙΝΑ ΜΑΡΙΑ
6.    ΚΟΝΙΟΥ ΝΙΚΗ
7.    ΛΕΟΥ ΡΕΜΠΕΚΑ ΝΤΑΪΑΝΑ
8.    ΛΙΑΔΑΚΗ ΧΡΙΣΤΙΝΑ
9.    ΛΙΛΙΤΣΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ
10.   ΝΥΧΤΑΡΗΣ ΣΗΦΗΣ
11.   ΟΥΡΑΝΟΥ ΜΑΡΙΑ ΣΤΕΛΛΑ
ΤΜΗΜΑ: Γ6
12.   ΣΤΑΜΑΤΑΚΗ ΕΥΓΕΝΙΑ
13.   ΣΤΕΦΑΝΑΚΗ ΦΙΛΙΤΣΑ
14.   ΣΦΑΚΙΑΝΑΚΗ ΝΙΚΗ
15.   ΤΖΟΜΠΑΝΑΚΗ ΣΤΕΛΛΑ
16.   ΤΡΟΥΛΗ ΣΩΤΗΡΙΑ
17.   ΤΣΑΚΑ ΧΡΙΣΤΙΝΑ
18.   ΦΩΤΟΠΟΥΛΟΥ ΧΡΙΣΤΙΑΝΑ
19.   ΧΟΥΣΤΟΥΛΑΚΗ ΧΡΥΣΗ

Υπεύθυνες καθηγήτριες πολιτιστικού προγράμματος:
Βασιλάκη Ειρήνη ? Κοσμαδάκη Ελένη 

Σας παραθέτουμε τους 2 μύθους, τον αρχαίο του Αισώπου που μας ενέπνευσε και τον σύγχρονο που δημιούργησαν οι μαθητές μας (στην ελληνική και γαλλική εκδοχή του) και σας ευχόμαστε καλή ανάγνωση!

 

"Ο ΛΥΚΟΣ ΚΑΙ Ο ΣΚΥΛΟΣ"  
Στο μεγάλο δάσος είχε πέσει μεγάλη πείνα. Τα άγρια ζώα - οι αρκούδες, οι λύκοι και οι αλεπούδες - δεν εύρισκαν τίποτε να βάλουν στο στόμα τους.
Ένας λύκος, αφού γύρισε όλο το δάσος χωρίς να βρει ούτε έναν ποντικό για να ξεγελάσει το στομάχι του, που τον πονούσε από την πείνα, αποφάσισε να βγει στον κάμπο, μήπως σταθεί τυχερός και βρει κανένα μικρό ζώο.
Κόντευε να φθάσει σ? ένα μικρό σπίτι, όταν είδε ένα σκύλο να τρέχει συνέχεια, πότε εδώ και πότε εκεί.
-Γεια σου ξάδελφε! του είπε ο λύκος γιατί, όπως ξέρετε, οι σκύλοι και οι λύκοι μοιάζουν σαν πρώτα ξαδέλφια.
-Γεια σου, του απάντησε ο σκύλος και στάθηκε να κουβεντιάσει μαζί του.
-Γιατί κάνεις συνέχεια βόλτες; τον ρώτησε ο λύκος.
-Α, τις βόλτες τις κάνω μετά το φαγητό, για να χωνέψω, αποκρίθηκε ο σκύλος.
Ο λύκος γούρλωσε τα μάτια από θαυμασμό και ζήλια.
-Ώστε... τρως τόσο πολύ; Του είπε.
-Ναι τρώω όσο θέλω. Το αφεντικό μου με ταΐζει καλά, γιατί του φυλάω το σπίτι.
Ο λύκος άρχισε να ξερογλείφεται.
-Και... τι τρως, αν επιτρέπεται; ρώτησε.
-Ό,τι πεθυμήσει η ψυχή μου. Κρέας, κόκαλα, ψωμί, περισσεύματα από φαγητά...
-Και... κάθε πότε τρως;
-Τρεις φορές την ημέρα. Πρωί, μεσημέρι και βράδυ.
-Μήπως... Περισσεύει και για ?μένα κανένα πιάτο φαγητό για να φυλάω και εγώ το σπίτι;
-Ου! απάντησε ο σκύλος. Το αφεντικό μου θα χαρεί πολύ να έχει δύο φύλακες. Από φαγητό μη σε νοιάζει. Θα τρως με την ψυχή σου. Έλα κοντά μου.
-Μια στιγμή, θέλω, να σε ρωτήσω κάτι, του είπε ο σκύλος. Αυτό που έχεις στο λαιμό σου, τί είναι;
-Αυτό; Είναι ένας πέτσινος λαιμοδέτης.
-Και γιατί τον φοράς;
-Μου το φοράει το αφεντικό μου. Από αυτό με δένει με την αλυσίδα.
-Σε δένει με... την αλυσίδα;
-Ναι. Τις περισσότερες ώρες είμαι δεμένος.
-Α, ξάδερφε! του είπε τότε ο λύκος. Αυτά τα πράγματα δεν μου αρέσουν εμένα. Προτιμώ να γυρίζω νηστικός στο δάσος και να ?χω την ελευθερία μου, παρά να είμαι χορτάτος και δεμένος με μια αλυσίδα. Άντε γεια σου. Τρέχω στο όμορφό μου δάσος! Δεν μπορώ εγώ να υποφέρω τη σκλαβιά!
 

ΟΙ ΙΓΚΜΠΟ ΚΑΙ Η ΑΛΗΘΕΙΑ ΤΟΥΣ

Μια φορά κι έναν καιρό κάπου εκεί στη Νιγηρία ζούσαν οι Ίγκμπο, μια φυλή με ιστορία 2.000 χρόνων, γεμάτη ζωντάνια και αγάπη για τη φύση. Οι Ίγκμπο κατοικούσαν σε ένα παραδεισένιο μέρος, το οποίο ήταν περιτριγυρισμένο από πανέμορφους ορμητικούς καταρράκτες, ενώ το τοπίο που συνέθετε η ψηλή βλάστηση άφηνε άφωνο οποιονδήποτε το αντίκριζε.
Αρχηγός της φυλής ήταν ο Yohan, ένας δυναμικός χαρακτήρας με πίστη και αφοσίωση σ?αυτή, ενώ  έκανε τα πάντα για την προστασία της, προσπαθώντας να αποτρέψει τον αφανισμό της. Γυναίκα του ήταν η Jamilah με την οποία είχαν αποκτήσει 7 παιδιά. Η φυλή αποτελούνταν από 60 περίπου μέλη. Ανάμεσά τους ζούσε ο Ζακόντο, ένας μυστηριώδης άνθρωπος με υπερφυσικές ικανότητες, ο οποίος είχε απομονωθεί σε ένα αυτοσχέδιο κατάλυμα μακριά απ?τους υπόλοιπους. Λόγω των μαντικών ικανοτήτων του, τον θεωρούσαν τρελό, γι?αυτό και τον απέφευγαν.
Οι άντρες ασχολούνταν με τη γεωργία, καθώς είχαν δικά τους χωράφια, με την κτηνοτροφία, το ψάρεμα και την υλοτομία. Οι γυναίκες ασχολούνταν κυρίως με την κατασκευή χειροποίητων κοσμημάτων, την ανατροφή των παιδιών και σπανιότερα με την καλλιέργεια των χωραφιών.
Ένα πρωινό καθώς όλα κυλούσαν ομαλά, ο Ζακόντο αναστατωμένος, ένιωσε την ανάγκη να μιλήσει στον αρχηγό της φυλής για το όραμα που είχε δει το προηγούμενο βράδυ.
Yoh:Τί γυρεύεις εδώ, Ζακόντο.
Ζακ: Ήρθα για να προστατεύσω τη φυλή μου.
Yoh: Τί θες να πεις μ?αυτό;
Ζακ: Για άλλη μια φορά θα πιστέψεις πως είμαι τρελός αλλά αν θέλεις, για το καλό όλων μας, άκουσέ με. Πρέπει να αρχίσετε να αποθηκεύετε τα φρούτα, τους καρπούς και ό,τι άλλο μπορείτε. Άνθρωποι από άλλους τόπους που φαίνεται να μην αγαπούν τη φύση αρχίζουν να την καταστρέφουν.
Yoh: Χαχαχα! Ζακόντο, πώς είναι δυνατόν η φύση που τόσα χρόνια μας δίνει πλουσιοπάροχα τα φρούτα, τους καρπούς της και ό,τι άλλο χρειαζόμαστε την επιβίωση μας, ξαφνικά να μην μπορεί να μας παρέχει τίποτα;
Ζακ: Yohan, περίμενα να με πιστέψεις και να με καταλάβεις τουλάχιστον εσύ. Εγώ έκανα το καθήκον μου για τη φυλή, από εκεί και πέρα εσύ θα αποφασίσεις τι θα είναι καλύτερο για αυτήν.
Ο Ζακόντο έφυγε για μία ακόμα φορά στενοχωρημένος λόγω της περιφρόνησης που δέχτηκε απ΄τον Yohan, ενώ ο αρχηγός συγκέντρωσε όλα τα μέλη με σκοπό να τα ενημερώσει για τη συνομιλία του με το μάγο. Τότε όλοι άρχισαν να κατηγορούν το Ζακόντο και να τον κοροϊδεύουν.
Καθώς όμως ο καιρός περνούσε, τα πράγματα έπαιρναν άλλη τροπή. Αυτά που είχε ήδη πει ο Ζακόντο άρχιζαν να πραγματοποιούνται. Άνθρωποι από άγνωστους, για τους Ίγκμπο τόπους, ξεκίνησαν να καταστρέφουν την πλούσια βλάστηση τους, για την κατασκευή υπερσύγχρονων βιομηχανιών. Αυτό όμως είχε ως συνέπεια αργότερα την μόλυνση των νερών άρα και το θάνατο πολλών χιλιάδων ψαριών. Η γη τους σιγά σιγά καταστράφηκε ολοκληρωτικά μ?αποτέλεσμα να μην μπορούν να επιβιώσουν. Έτσι για πρώτη φορα στη ζωή τους οι Ίγκμπο αναγκάστηκαν να απευθυνθούν στο Ζακόντο ζητώντας τη βοήθειά του. Ο Ζακόντο όμως ήρθε στη δύσκολη θέση να πει στη φυλή πως τα πράγματα δεν ήταν εύκολο να επανορθωθούν. Έτσι όλοι μαζί αποφάσισαν να αναζητήσουν τροφή.
Την επόμενη κιόλας μέρα ο Yohan ως αρχηγός ξεκίνησε μαζί με κάποια άλλα μέλη της φυλής για να βρουν την πολυπόθητη τροφή. Πήραν μαζί τους κάποια απ?τα λιγοστά εφόδιά που τους είχαν απομείνει, όπως νερό και μερικούς καρπούς.
Ο Yohan και η υπόλοιπη ομάδα περιπλανιόντουσαν πολλά μερόνυχτα. Καθώς ήταν ταλαιπωρημένοι και εξαντλημένοι λόγω του ταξιδιού, ξαφνικά βρέθηκαν μπροστά σ?ένα άγνωστο γι?αυτούς πολιτισμό. Εκεί οι άνθρωποι ήταν τελείως διαφορετικοί από εκείνους της φυλής. Ήταν με ύφασμα καλυμμένο όλο τους το σώμα, ενώ το χρώμα και ο τρόπος ζωής τους  ήταν αλλιώτικος. Ο Yohan  βλέποντας τους να τρώνε φαγητό μέσα σε κάτι μεγάλα κουτιά, δηλαδή τα εστιατόρια και βλέποντας επίσης κάτι άλλα κουτιά όπου άνθρωποι έμπαιναν και έβγαιναν κρατώντας πολύχρωμα πακέτα , αποφάσισε, παρόλο που ντρεπόταν, να μιλήσει σε κάποιον. Η παράξενη ενδυμασία των Ίγκμπο τρόμαξε τους περαστικούς οι οποίοι άρχισαν να τους επιτίθενται. Ο Yohan όμως έδειξε πως δεν ήταν εκεί για να τους βλάψει αλλά για να τους ζητήσει βοήθεια.
Στη φυλή παράλληλα είχαν αρχίσει να ανησυχούν για το που βρισκόταν ο Yohan, επίσης οι γηραιότεροι δυστυχώς αρρώσταιναν λόγω της εξαθλίωσης. Μες στο πλήθος υπήρχε και ένας ερευνητής των φυλών της Αφρικής με τον οποίο κατάφερε να συνεννοηθεί ο Yohan.
Ανθρ: Καλωσορίσατε στην Μπαμπαλόμα !
Yoh: Γεια σας. Bρεθήκαμε τυχαία εδώ στην προσπάθειά μας να βρούμε τροφή για τη φυλή μας. Eίμαστε οι Ίγκμπο, ζούμε στο δάσος της Νιγηρίας και η φυλή μας κινδυνεύει να αφανιστεί λόγω της καταστροφής του περιβάλλοντος. Θα μπορούσαμε να έρθουμε να μείνουμε και εμείς εδώ;
Ανθρ: Ναι, μπορείτε να έρθετε να μείνετε. Τα πράγματα όμως εδώ είναι διαφορετικά. Θα πρέπει να βρείτε σπίτια. Να, όπως αυτά εδώ γύρω μας. Δεν είναι τίποτα δωρεάν θα πρέπει να πληρώνετε φόρους, ενοίκιο και ό,τι άλλο χρειάζεστε.
Yoh: Τί είναι οι φόροι;
Ανθρ: Όλοι μας δίνουμε κάποια χαρτιά, που έχουν μεγάλη αξία, στον κυβερνήτη της χώρας, όπως και εσύ ως αρχηγός της φυλής συγκεντρώνεις ένα μέρος της σοδειάς από τα μέλη.
Yoh: Ααα, κατάλαβα. Θα επιστρέψω στο δάσος να ενημερώσω και τους υπόλοιπους.
Ανθρ: Μερικές φορές οι σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων και οι αξίες της ζωής βασίζονται στα χρήματα και στο συμφέρον.
Τότε ο Yohan έστειλε τους συντρόφους του πίσω στη φυλή για να την ενημερώσουν κρατώντας μαζί τους κάποιες προμήθειες από την πόλη. Αντίθετα ο ίδιος αποφάσισε να παραμείνει για ένα μικρό διάστημα ώστε να μελετήσει καλύτερα τη ζωή των ?πολιτισμένων? αυτών ανθρώπων.
Οι μέρες πέρασαν και ο Yohan  είχε ήδη σχηματίσει την εικόνα του για την πόλη. Η ζωή εκεί ήταν διαφορετική σε σχέση με αυτή της φυλής. Οι άνθρωποι ήταν αρκετά οργανωμένοι και τηρούσαν καθημερινά ένα πρόγραμμα. Είχαν ένα συγκεκριμένο ωράριο το οποίο έπρεπε να τηρούν, ενώ ήταν αγχωμένοι, εξαντλημένοι και χωρίς ψυχικά αποθέματα. Δεν είχαν χρόνο να ασχοληθούν με την προσωπική τους ζωή.
Οι σχέσεις γονιών και παιδιών επηρεάζονταν από το έντονο στρες της καθημερινότητας, ενώ αυτό το κενό από την έλλειψη επικοινωνίας οι γονείς προσπαθούσαν να το αναπληρώσουν με υλικά αγαθά.
Ο Yohan αντικρίζοντας αυτή την κατάσταση αποφάσισε να επιστρέψει στο δάσος, γιατί δεν άντεξε να ξεπουλήσει τον πολιτισμό, την ιστορία και την ανθρωπιά της φυλής του έναντι μιας ναι μεν καλής ζωής από άποψη υλικών αγαθών, αλλά στεγνής από συναισθήματα, αγάπη και εντιμότητα. Έτσι λοιπόν προτίμησε να γυρίσει πίσω και να παλέψει για να μην αφανιστεί η φυλή του παρά να μείνει μεταξύ των ?πολιτισμένων? με τους οποίους τόσο ο ίδιος όσο και οι υπόλοιποι Ίγκμπο θα γίνονταν αυτό που ποτέ δεν ήθελαν, φυλακισμένες υπάρξεις πίσω από τα σίδερα των πόλεων, όπου ακόμα και ο πιο έμπειρος φυγάς είναι δύσκολο να δραπετεύσει.   

 

Les Igbos et leur r?alit?  

 Il ?tait une fois les Igbos, une tribu avec une histoire de 2000 ans, pleins de vitalit? et d?amour pour la nature, qui vivaient quelque part au Nigeria. Les Igbos habitaient dans un lieu unique qui ?tait entour? de magnifiques chutes d?eau violentes, alors que le paysage constitu? par une v?g?tation riche, laissait muets tous ceux qui le contemplaient.  
Le chef de la tribu s?appelait Yohan, un caract?re dynamique d?vou? aux gens de sa tribu, qui faisait tout pour les prot?ger, en s?effor?ant d??viter leur extinction. Sa femme ?tait Jamilah avec qui ils avaient 7 enfants. La tribu ?tait constitu?e par environ 60 membres. Parmi eux vivait Jacondo, un homme myst?rieux de capacit?s surnaturelles, qui ?tait isol? et vivait loin des autres, dans un logement construit par lui-m?me. A cause de ses capacit?s divinatoires, les autres le consid?raient comme fou et l??vitaient.
Les hommes s?occupaient de l?agriculture, puisqu?ils avaient leurs propres champs, de l??levage, da la p?che et de l?exploitation foresti?re. Les femmes s?occupaient surtout de la construction de bijoux faits ? la main, de l??levage des enfants et plus rarement de la culture des champs.
Un matin, alors que tout allait normalement, Jacondo, boulevers?, a senti le besoin de parler au chef de la tribu de la vision qu?il avait eue la veille.
Yoh : Tu fais quoi ici, Jacondo ?
Jac : Je suis venu pour prot?ger ma tribu.
Yoh : Qu?est-ce que tu veux dire par l? ?
Jac : Pour encore une fois tu vas croire que je suis fou, mais si tu veux, pour le bien de tous, ?coute-moi. Vous devez vous mettre ? stocker les fruits, les produits de la terre et tout ce que vous d?sirez. Des gens venus d?autres lieux qui ne semblent pas aimer la nature, commencent ? la d?truire.
Yoh : Ha, ha, ha ! Jacondo, comment est-il possible que la nature qui nous offre si longtemps et si g?n?reusement ses fruits, ses produits et tout ce dont on a besoin pour notre survie, ne puisse rien nous donner soudain ?
Jac : Yohan, je pensais qu?au moins toi, tu allais me croire et me comprendre. Moi, j?ai fait mon devoir envers la tribu, d?sormais c?est ? toi de d?cider ce qui sera le meilleur pour nous.
Jacondo est parti pour encore une fois triste ? cause du m?pris que Yohan lui avait montr?, tandis que le chef a rassembl? tous les membres pour les informer sur sa discussion avec le sorcier. Tout le monde s?est mis alors ? accuser Jacondo et ? se moquer de lui.
Mais comme le temps passait, la situation peu ? peu changeait. Ce que Jacondo avait d?j? pr?vu, a commenc? ? se r?aliser. Des gens venant de lieux que les Igbos ne connaissaient pas, se sont mis ? d?truire leur riche v?g?tation pour la construction des industries ultramodernes. Pourtant, plus tard cela a eu comme cons?quence la pollution des eaux et donc la mort de plusieurs milliers de poissons. Leur terre peu ? peu a ?t? compl?tement ravag?e entrainant des probl?mes de survie pour eux-m?mes. C?est ainsi que les Igbos pour la premi?re fois dans leur vie se sont oblig?s de s?adresser ? Jacondo en demandant son aide. Mais Jacondo ?tait triste d?annoncer ? la tribu qu?il ?tait difficile de rem?dier ? la situation. Ainsi ils ont tous ensemble d?cid? de chercher de la nourriture.
Le lendemain m?me, Yohan en tant que chef s?est mis en route avec quelques autres membres de la tribu afin de trouver la nourriture ultra d?sir?e. Ils ont pris certaines de derni?res provisions qu?ils avaient, comme de l?eau et quelques fruits.
Yohan et le reste du groupe erraient pendant plusieurs jours et nuits. Comme ils ?taient ?puis?s en raison du voyage, tout d?un coup ils ont trouv? une civilisation avanc?e qu?ils ne connaissaient pas du tout. L? les gens ?taient compl?tement diff?rents de ceux de la tribu. Tout leur corps ?tait couvert de tissu, alors que leur couleur et mode de vie ?taient diff?rents. Yohan, en les voyant manger dans des grandes bo?tes, c?est-?-dire aux restaurants, et en voyant aussi quelques autres bo?tes o? les gens entraient et sortaient en gardant des paquets de toutes les couleurs, a d?cid? de parler ? quelqu?un, m?me s?il avait honte. Les passagers ont eu une r?action hostile vis-?-vis des Igbos du fait de leurs habits ?tranges et ont commenc? ? les attaquer. Toutefois Yohan a montr? qu?il n??tait pas l? pour leur nuire, mais pour demander leur aide.
En m?me temps ? la tribu on s?inqui?tait de Yohan, alors que les plus vieux tombaient malades ? cause de la mis?re. Dans la foule il y avait ?galement un chercheur des tribus africaines, avec qui Yohan a pu s?entendre.
Homme: Bienvenue ? Babaloma !
Yoh : Bonjour! On s?est  trouv?s  ici  par hasard voulant trouver de la nourriture pour  notre tribu. Nous nous appelons Igbos, nous vivons dans la for?t du Nigeria et notre  tribu risque d??tre perdue ? cause de la destruction de l?environnement. Est-ce qu?on pourrait venir loger ici nous aussi?
Homme : Bien s?r, vous pouvez venir habiter avec nous. Mais ici tout est diff?rent. Vous devez trouver des maisons comme celles qui sont autour de nous. Rien n?est gratuit. Il faut payer des imp?ts, du loyer, etc.
Yoh : Un imp?t, qu?est-ce que c?est?
Homme : Nous donnons tous des papiers d?une grande valeur au gouverneur de notre pays, comme toi aussi en tant que chef de ta tribu, tu prends une partie de revenus  de tes concitoyens.
Yoh : Ah! J?ai compris. Je retourne ? la for?t pour parler aux autres.
Homme : Mais tu dois savoir quand m?me que les relations des gens et les valeurs de la vie sont bas?es quelquefois sur l?argent et l?int?r?t ?conomique.
Voil? donc, Yohan, intrigu? et curieux de d?couvrir ce nouveau mode de vie, il a envoy? ses copains au village avec des produits de la ville pour informer les autres. Lui, il a d?cid? de rester en ville et observer la vie des gens ??cultiv?s??. Les jours sont pass?s et Yohan a tr?s vite form? sa propre opinion sur la ville. La vie y ?tait diff?rente de celle de sa tribu. Les gens ?taient bien organis?s et respectaient un programme tr?s strict. Ils avaient un horaire concret qu?ils suivaient toujours, et ils se sentaient angoiss?s, ?puis?s, sans puissance d?esprit. Ils n?avaient pas le temps de s?occuper de leur vie personnelle. Les relations entre les parents et leurs enfants  ?taient influenc?s par le stress de la vie quotidienne, tandis que les parents essayaient de remplacer le manque de communication par des biens mat?riels.
Quand  Yohan a vu cette situation, il a d?cid? de rentrer ? la for?t parce qu?il n?a pas pu renoncer ? la culture, l?histoire et l?humanit? de sa tribu pour gagner une meilleure vie au niveau mat?riel, mais pauvre en sentiments, amour et confiance. Il a donc pr?f?r? retourner et lutter contre la disparition de sa tribu au lieu de rester parmi les ?cultiv?s? auxquels ni lui ni les autres Igbos ne voulaient ressembler et devenir des ?mes emprisonn?es derri?re les grilles de la ville, d?o? m?me un fugitif exp?riment? ne peut s?enfuir.