aa

Βρίσκεστε εδώ: ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣΕΚΔΗΛΩΣΕΙΣΒΑΣΙΚΟ ΜΕΝΟΥ

 

cr karta 1 

 

«Λουκής Λάρας» Δ. Βικέλα, Β Κεφάλαιο - Μέρος 3ο

 

eksofilo


          Αλλά όσο οι Τούρκοι δεν έσφαζαν και δεν αιχμαλώτιζαν  θεωρούσαμε τους εαυτούς μας ευτυχείς,  αναλογιζόμενοι αυτά που συνέβαιναν αλλού. Οι γυναίκες δεν έβγαιναν καθόλου από τα σπίτια τους και εμείς αποφεύγαμε όσο ήταν δυνατόν κάθε συνάντηση με τους Τούρκους και ζώντας κρυφά περιμέναμε με υπομονή αλλά και με μεγάλη αγωνία να περάσει η οργή του Κυρίου.

          Στο μεταξύ η συνεχιζόμενη κράτηση των ομήρων,  η διαρκής συσσώρευση Τούρκων από την Ασία μέσα στο φρούριο, η βίαιη αφαίρεση όλων των όπλων από τους κατοίκους όλου του νησιού, όλα αυτά δεν προμήνυαν τίποτα καλό για εμάς. Προαισθανόμασταν ότι ερχόταν η καταστροφή, καθώς βλέπαμε το σάλο της επαναστάσεως να πλησιάζει στα παράλιά μας. Γύρω μας το νησί των Ψαρών από τη μία και η Σάμος από την άλλη ήταν ήδη ελεύθερα νησιά από μήνες, απόπειρες εξεγέρσεων γίνονταν στην Μυτιλήνη, τα δε ελληνικά πλοία διέσχιζαν με θρίαμβο το πέλαγος και έπλεαν όλο και συχνότερα στα νερά της Χίου.

          Ένα απόγευμα ο Ζενάκης μάς έφερε μυστηριωδώς την είδηση, ότι ο πασάς υποπτεύεται ότι θα γίνει επίθεση εναντίον του νησιού.

          Την επόμενη ημέρα  σαράντα  επιπλέον προύχοντες κατόπιν εφόδου φυλακίστηκαν μέσα στο φρούριο και διπλασιάστηκε έτσι ο αριθμός των ομήρων. Ο πατέρας μου δεν ήταν ευτυχώς από τους πλουσιότερους της Χίου και δεν συμπεριελήφθη στην καταγραφή.

xristian xiou

Xριστιανοί ευγενείς της Χίου με τα οθωμανικά καλπάκια στο κεφάλι Ελεύθερη Έρευνα – www.freeinquiry.gr – ΜΙΑ ΧΟΥΦΤΑ ΤΥΧΟΔΙΩΚΤΕΣ

          Μετά από λίγες ημέρες ακούστηκαν ψίθυροι, ότι πλοία από τη Σάμο αποβίβασαν απεσταλμένους και ότι αυτοί έμεναν κρυμμένοι σε απόμερα σημεία του νησιού.

          Οι Τούρκοι ήταν ολοφάνερα ανήσυχοι. Έστελναν συνέχεια περιπολίες στα χωριά. Κάποιοι από τους ομήρους στάλθηκαν στην Κωνσταντινούπολη. Τα πράγματα φαίνονταν ότι θα χειροτέρευαν. Βλέπαμε ότι έρχονταν κρίσιμα συμβάντα.

          Οι φόβοι μας δεν άργησαν να πραγματοποιηθούν. Στις 9 Μαρτίου (1822) προς το απόγευμα, σαράντα περίπου πλοία φάνηκαν στο πέλαγος αντίκρυ μας και διαδόθηκε από σπίτι σε σπίτι η είδηση ότι έρχονται οι επαναστάτες. Από το μπαλκόνι του σπιτιού μας έβλεπα τα πλοία να πλησιάζουν το λιμάνι μας και άκουγα στο φρούριο να χτυπούν τα τύμπανα σημαίνοντας κίνδυνο. Οι Τούρκοι κλείστηκαν περιμένοντας έφοδο.

aposrasia romion
 Η αποστασία των Ρωμιών στη Χίο 1821Ελεύθερη Έρευνα – www.freeinquiry.gr – ΜΙΑ ΧΟΥΦΤΑ ΤΥΧΟΔΙΩΚΤΕΣ

           Το ίδιο εκείνο απόγευμα, κατά τη δύση του ήλιου, ξεκινήσαμε εσπευσμένα για τον πύργο μας στην εξοχή. Δεν ήμασταν οι μόνοι που φεύγαμε. Απέναντι στον άμεσο κίνδυνο, λησμονήθηκε και η απαγόρευση της δημογεροντίας και ο φόβος της τουρκικής εξουσίας. Κι έτσι εγκαταλείψαμε το πατρικό σπίτι.   

          Μετά από τριάντα χρόνια επισκέφτηκα ως ξένος την πατρίδα και είδα κατεστραμμένη τη Χίο και ερειπωμένο το σπίτι μας. Αλλά ο πατέρας μου πέθανε περιπλανώμενος ούτε είχε πριν πεθάνει την παρηγοριά να δει τουλάχιστον τα παιδιά του να ξανακερδίζουν σε ξένη γη την άνεση και την ευημερία. Πέθανε ενόσω συνεχιζόταν ακόμα η θλίψη της καταστροφής και η δυστυχία του ξεριζωμού. Αλλά τότε φεύγοντας δεν μπορούσαμε να δούμε ότι εγκαταλείπαμε το σπίτι μας για πάντα και ότι θα περάσουμε όσα περάσαμε.

          Καθώς απομακρυνόμασταν από την πόλη συναντούσαμε χωρικούς που μαζεμένοι κατέβαιναν προς αυτήν. Ήταν άοπλοι αλλά πήγαιναν με σκοπό να παραλάβουν από τον στόλο όπλα. Αυτοί γνώριζαν όσα δεν γνωρίζαμε εμείς. Ο Λογοθέτης και ο Μπουρνιάς επικεφαλής 3000 Σαμίων ήταν μέσα στα πλοία και έρχονταν να ελευθερώσουν τη Χίο. Δυστυχώς δεν μας έφεραν την ελευθερία αλλά την καταστροφή. Εν τούτοις το επόμενο πρωί αποβιβάστηκαν και κυρίευσαν αμαχητί την πόλη ελπίζοντας ότι οι Τούρκοι που είχαν κλειστεί στο φρούριο δεν θα αργούσαν εξ ανάγκης να παραδοθούν.  

lykourgos logothetis

Λυκούργος Λογοθέτης Λυκούργος Λογοθέτης - Βιογραφία - Σαν Σήμερα .gr (sansimera.gr)

          Ενώ συνέβαιναν αυτά, εμείς μέναμε ήσυχοι στην εξοχή. Ο κρότος μόνο των πυροβόλων τάραζε πού και πού την ησυχία μας και μας θύμιζε πάνω σε πιο κρατήρα βρισκόμασταν. Αλλά οι πυροβολισμοί δεν ήταν συνεχείς. Όσο για μένα, δεν ξέρω πώς και γιατί αλλά εκεί στην εξοχή λησμονούσα και έγνοιες και φόβους. Είχα άραγε συνηθίσει πια τη ζωή των αέναων ανησυχιών; Είχα μήπως ενθαρρυνθεί από την ιδέα ότι η σημαία της ελευθερίας κυμάτιζε πάνω από την  πατρίδα μου; Ή απλώς και μόνον ο οργασμός της άνοιξης και η μυστηριώδης ηδονή της φύσης που αναγεννιόταν μεταδιδόταν στην καρδιά μου και ζούσα καθώς ζούνε τα άνθη και σκεπτόμουν όσα σκέπτεται ένα πετούμενο πουλί;

          Δεν ξέρω. Αλλά όσες φορές αναπολώ εκείνη την δυστυχώς σύντομη περίοδο της διαμονής στον πύργο μας, δεν θυμάμαι τρόμους και φόβους και νύχτες αγρύπνιας και μέρες αγωνίας. Θυμάμαι μόνο τις πορτοκαλιές ανθισμένες, τον αέρα γεμάτο μυρωδιές και τα κελαηδήματα των πουλιών και το τρίξιμο του μαγγανοπήγαδου και τον γέρο κηπουρό να καθαρίζει τις ρίζες των δέντρων και τη θέα του κάμπου και της θάλασσας από το μπαλκόνι του πύργου μας. Αυτά μόνο θυμάμαι.

jardin de lile de scio
Πύργος στον κάμπο της Χίου File:Jardin de l'ile de Scio - Choiseul-gouffier Gabriel Florent Auguste De - 1782.jpg - Wikimedia Commons

          Κι όμως ήμουν 21 ετών νέος τότε! Και τώρα, τη στιγμή που γράφω αυτές τις αναμνήσεις, απορώ και θυμώνω με τον εαυτό μου, πώς, αντί να καταφύγω εκεί στον εξοχικό πύργο με τους ηλικιωμένους γονείς και τα αδέρφια μου, πώς δεν έτρεξα να καταταχτώ κάτω από τη σημαία του αγώνα, πώς δεν πήρα κι εγώ τα όπλα στα χέρια κι ας έπεφτα στο τέλος πολεμώντας. Αλλά τώρα σκέπτομαι και αισθάνομαι διαφορετικά. Τότε… Είναι ανάγκη, αναγνώστη μου, αφού εξιστορώ τις περιπέτειες της ζωής μου, είναι ανάγκη να σε εξοικειώσω περισσότερο με το ταπεινό άτομό μου. Είναι ανάγκη να εξομολογηθώ με κάθε ειλικρίνεια και μετριοφροσύνη, πώς και γιατί ούτε ψυχικά ούτε σωματικά δεν είχα τα προσόντα για να πράξω τότε αυτό που σήμερα σε παρόμοιες περιστάσεις θα απαιτούσα να πράξουν τα παιδιά μου. Δεν θα με ανεβάσει στην εκτίμησή σου η εξομολόγηση αυτή αλλά δεν είναι πρόθεσή μου να σε εξαπατήσω παρουσιάζοντας τον εαυτό μου καλύτερο από ό,τι ήμουν και από ό,τι είμαι.

          Είπα ψυχικά και σωματικά. Σωματικά, φίλε αναγνώστη, η πικρή αλήθεια είναι ότι είμαι μικρόσωμος πολύ και ότι ποτέ δεν κατόρθωσα μπροστά σε άντρες ή γυναίκες να λησμονήσω το ταπεινό ανάστημά μου. Κι επειδή εγώ το θυμάμαι, νομίζω πάντα ότι και οι άλλοι το παρατηρούν. Ακόμα και τώρα, παρά το ότι οι συμπολίτες μου με τιμούν, παρά το ότι συχνά έχω την πρωτοκαθεδρία στις παρέες τους, είτε απλά χάρη στην προχωρημένη ηλικία μου, είτε γιατί με συμπαθούν, ποτέ, το ομολογώ, ποτέ δεν μπορώ να περιορίσω τη δειλία που γεννά μέσα μου η συναίσθηση του μικρού σώματός μου.

          Και τώρα τουλάχιστον είμαι υγιής. Αλλά μέχρι να μεγαλώσω, η φιλάσθενη κράση μου καθιστούσε ακόμα περισσότερο ασήμαντο το σώμα μου. Και η αγωγή των παιδιών τότε δεν ήταν όπως σήμερα. Ούτε στο σχολείο, ούτε μετέπειτα δεν μου δόθηκε αφορμή για σωματική άσκηση. Οι γονείς τότε ούτε γνώριζαν ούτε φρόντιζαν για την ανάγκη της σωματικής ανάπτυξης των παιδιών τους.

          Έτσι λοιπόν ήμουν. Μικρόσωμος και φιλάσθενος. Στο σχολείο του παπα-Φλούτη ήμουν το παιχνίδι των συμμαθητών μου, στη Σμύρνη μέσα στο Χάνι ήμουνα γνωστός με το όνομα Μικρο-Λουκής. Κι αυτού του είδους η περιφρόνηση των άλλων, καθώς επηρέαζε την δική μου αυτοεκτίμηση, δεν βοηθούσε βεβαίως την ανάπτυξη ηρωικών διαθέσεων.  

katastixa 1821 1
1821 – 1837: Τα «Λογιστικά Βιβλία / Κατάστιχα» (του Κώστα Νιφορόπουλου) | ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ACCOUNTANCY GREECE

          Εάν τότε γνώριζα όσα σήμερα, αυτά τα αισθήματα που κρύβονταν μέσα στη ψυχή μου, ίσως να ζητούσαν και να έβρισκαν διέξοδο, υπερνικώντας τις φυσικές μου ελλείψεις. Αλλά και η ψυχή μου ήταν τότε μικρή και αγύμναστη, όσο και το σώμα μου. Διότι ήμουν αμαθής, αμαθέστατος, όπως ήδη είπα, αναγνώστη μου. Ούτε την ορθογραφία είχε κατορθώσει να μου μάθει ο καλός παππά-Φλούτης, παρότι μου παρέδωσε κείμενα του Αισώπου και λόγους των Πατέρων. Όσα ιταλικά και γαλλικά διδάχτηκα, τα έμαθα μέσω του «Τηλέμαχου». Αλλά και αυτόν ολόκληρο ποτέ δεν τον διάβασα. Αφότου δε βγήκα από το σχολείο, δεν άνοιξα ποτέ βιβλίο για ανάγνωση, εκτός από τα  εμπορικά κατάστιχά μας. Είχα κάποιες αμυδρές και συγκεχυμένες ιδέες περί Λεωνίδα και Μαραθώνα και περί Γαλλικής Επανάστασης αλλά για ελευθερία και ανεξαρτησία και για τα υψηλότερα ανθρώπινα αισθήματα δεν έκανα σκέψεις ούτε γνώριζα κάτι συγκεκριμένο και καθαρό. Ο κόσμος μου ήταν το χάνι και πατριωτισμός μου το ισοζύγιο. Χρειάστηκε να κυλιστώ στη δυστυχία, να δω την καταστροφή, τα βάσανα των δικών μου, να ζήσω τις ωδίνες της Ελλάδας που γεννιόταν, να δω από κοντά τις θυσίες και να εκτιμήσω τα κίνητρα των αγωνιζόμενων παιδιών της, για να ανοίξουν τα μάτια της ψυχής μου και να ανάψει μέσα της η κρυφή φωτιά του πατριωτισμού, για να διψάσω για μάθηση και να κατανοήσω τον κόσμο και να γίνω άνθρωπος… όμως πάντα μικρόσωμος άνθρωπος.

 

Συνεχίζεται…

 

(Για την αναζήτηση σημασιών άγνωστων λέξεων του πρωτοτύπου σε λεξικά, την αναζήτηση σχετικών εικόνων από το διαδίκτυο και την απόδοση του προηγούμενου και του παραπάνω αποσπάσματος από την καθαρεύουσα στην Νέα Ελληνική εργάστηκαν οι μαθητές των περυσινών Γ2 και Γ4 του Γυμνασίου Γαζίου: Ελευθερία Κεφαλογιάννη, Ελένη Μαματζάκη, Ελένη Μπαγορδάκη, Μαριεύα Παχάκη, Ελένη Περυσινάκη, Ροδούλα Χαιρέτη, Νικόλας Μηλιώρης, Γιώργος Σφακιανάκης, Οδυσσέας Πρεβεζάνος. Φιλολογική επιμέλεια: Βλασία Διαμαντή) 

 

«Λουκής Λάρας» Δ. Βικέλα, Β Κεφάλαιο - Μέρος 1ο

 

 0 eksof

             Το φως του ήλιου είχε κρυφτεί αλλά δεν είχε έρθει ακόμη το σκοτάδι της νύχτας, όταν κλείσαμε  την αποθήκη και βγήκαμε από το Χάνι. Η πύλη ήταν ακόμη ανοικτή. Δεν είχαμε ούτε σάκο, ούτε δέμα, ούτε κάτι άλλο να δείχνει τους σκοπούς μας. Στους κόρφους μας μόνο και μέσα στα ρούχα μας κρύψαμε ό,τι μπορούσαμε να πάρουμε μαζί μας με ασφάλεια και κρυφά.

             Κανείς από τους γείτονες ή τους συγκάτοικους δεν γνώριζε  το μυστικό μας. Αλλά εκείνη τη στιγμή μου φαινόταν σαν να το γνώριζε ο κόσμος όλος˙ μου φαινόταν οι ανοικτές ακόμα πόρτες και  τα παράθυρα της αυλής σαν να είχαν μάτια και να έβλεπαν μέσα από τα ρούχα μας, τα βάθη των κόρφων μας και βαθύτερα ακόμα, της καρδιάς μας τους στοχασμούς. Δίπλα στην πύλη στεκόταν ο γέροντας φύλακας με τα χέρια πίσω.

             - Πώς τόσο αργά  έξω; Μας ρώτησε. Για πού;

             - Πηγαίνουμε στην εκκλησία, αποκρίθηκε ο πατέρας μου.

             Δεν ήταν ούτε ημέρα ούτε ώρα εσπερινού. Δεν τόλμησα να πω λέξη στον πατέρα μου αλλά ήμουν βέβαιος, ότι ο γέρος Οθωμανός αντιλήφθηκε ότι φεύγαμε και ότι θα τρέξει να μας καταδώσει. Κάθε σκιά μακριά μου μού παρουσιαζόταν ως γιανίτσαρος ή ζεϊβέκης* που κρατούσε σπαθί στα χέρια του. Σε κάθε βήμα περίμενα κάποια απροσδόκητη καταστροφή.

1 zeimp

Ζεϊμπέκοι - Βικιπαίδεια (wikipedia.org)

             Με τη θεία χάρη καμία ανεπιθύμητη συνάντηση δεν διατάραξε την πορεία μας. Ο πλοίαρχος είχε ορίσει πού θα τον βρίσκαμε, σε απόμερη άκρη της πόλης και μας περίμενε στην ακτή. Η βάρκα ήταν πιο πέρα˙ ερημιά  και άκρα ησυχία στην ακτή και σκοτεινό το βράδυ. Πηδήξαμε μέσα στο σκάφος και φύγαμε!

             Μόνο όταν ανεβήκαμε στο πλοίο, αισθάνθηκα το στήθος μου ελαφρύτερο και ανέπνευσα ελεύθερα. Ξένα πλοία δεν είχαν ακόμη λεηλατηθεί από τους Τούρκους κι επομένως κάτω από τη ρώσικη σημαία της γολέτας*, πίστευα ότι  κάθε άμεσος κίνδυνος είχε εκλείψει. Φανταζόμουν ότι φεύγοντας από την Σμύρνη, φεύγαμε και από τους τρόμους και τα βάσανα και τους κινδύνους και λησμονούσα την πρώτη μου από την αρχή εντύπωση, ότι  πηγαίνοντας στη Χίο δεν σωζόμασταν από τους Τούρκους.

             Άλλωστε, όσο το σκεφτόμουν τόσο πειθόμουν ότι εκεί θα μέναμε αβλαβείς και ήσυχοι. Οι λίγοι Τούρκοι της Χίου ήταν ήρεμοι και εντέλει ήταν λίγοι. Οι Χιώτες ήταν εργατικοί, φιλήσυχοι και ειρηνικοί. Επειδή ευημερούσαν και ήταν αυτοδιοικούμενοι, ήταν οι πιο καλότυχοι από όλους τους Έλληνες τότε. Δεν υπήρχε λοιπόν πιθανότητα ούτε η επανάσταση να μεταφερθεί και στη Χίο ούτε η οργή και ο φανατισμός των Τούρκων να ξεσπάσει εναντίον των κατοίκων. Γι’ αυτό έβλεπα με ήσυχη καρδιά την προετοιμασία της αναχώρησης. Η άγκυρα είχε κρεμαστεί ήδη από την πλώρη. Αφού ανεβήκαμε στο κατάστρωμα, η λέμβος (βάρκα) σηκώθηκε, τα πανιά άνοιξαν και αποπλεύσαμε.

2 xartis

Αυτός είναι ο πιο ωραίος χάρτης της Χίου (aplotaria.gr)

             Τη νύχτα κοιμήθηκα ωραία. Αφ’ ότου οι νυχτερινοί εκείνοι τουφεκισμοί με είχαν ξυπνήσει στις αρχές του Μαρτίου, ο ύπνος μου ήταν διακεκομμένος και ανήσυχος και  τον τελευταίο καιρό οι αυξανόμενοι κίνδυνοι και οι σκέψεις της φυγής μού κρατούσαν τα βλέφαρα ανοιχτά και περνούσα άγρυπνος τις νύχτες. Αλλά πάνω στο πλοίο αισθανόμουν ασφαλής. Σκεφτόμουν λίγο τη μετάβαση στην Αγγλία που ματαιώθηκε, μου ερχόταν στον νου η τρομερή εκείνη παραζάλη στην αγορά, όταν έτρεχα αθέλητα ανάμεσα στους Τούρκους, φανταζόμουν πού και πού ότι έβλεπα μπροστά  μου τον Πατριάρχη στην αγχόνη αλλά όλα αυτά τα δυσάρεστα φαντάσματα τα έδιωξε σιγά σιγά η συναίσθηση της σωτηρίας, η προσδοκία της συνάντησης με τη μητέρα και τα αδέλφια μου και η γλυκές αναμνήσεις της παιδικής ηλικίας. Η νεότητα είναι από τη φύση της αμέριμνη και αισιόδοξη, δεν της αρέσει να ασχολείται με τα θλιβερά. Οι αναμνήσεις της Σμύρνης διαλύθηκαν σιγά σιγά μέσα από το πρίσμα των ευχάριστων ονειροπολήσεων κι αποκοιμήθηκα γαλήνια, νανουρισμένος από το τρίξιμο του σκάφους και την ομαλή κίνησή του πάνω στα ήμερα κύματα.

            Την αυγή όταν ανέβηκα στο κατάστρωμα, ο ήλιος είχε μόλις ανατείλει.  Απέναντί μας φαινόταν η Χίος, καλυμμένη με διάφανη πρωινή ομίχλη.

3 liman xios

Ο Λυκούργος Λογοθέτης «πυροδοτεί» την Επανάσταση στη Χίο | OffLine Post

             Μακριά, προς τα αριστερά, ο πατέρας μου σιωπηλός, μου έδειξε με το χέρι του, σαν ένα σμήνος λευκών περιστεριών, μια σειρά πανιά καραβιών  στον ορίζοντα. Ο γερο- Βισβίλης - νομίζω ότι τον βλέπω μπροστά μου τώρα ενώ γράφω- όρθιος στη πρύμνη, με τα δύο του χέρια στο μέτωπο  και γύρω από τα μάτια του ατένιζε με προσοχή, σαν να προσπαθούσε να μετρήσει τα πλοία.

             - Έρχονται ή φεύγουν; ρώτησε ο πατέρας μου.

             - Πηγαίνουν προς τη Σάμο, αποκρίθηκε ο πλοίαρχος. Ο Θεός μαζί τους!

             - Αμήν, απάντησε ο πατέρας μου. Και οι δύο γέροντες έκαναν τον σταυρό τους.

4 lefka pania

Ναυμαχία της Σάμου - Βικιπαίδεια (wikipedia.org)

             Πρώτη τότε φορά, μου φανερώθηκε συνολικά η ιδέα της Επανάστασης, η αίσθηση της Εθνεγερσίας. Τα λευκά εκείνα περιστέρια ήταν τα πλοία του ελληνικού στόλου. Κυμάτιζε σε αυτά η σημαία του Σταυρού. Και έπλεαν τα πλοία εκείνα ελεύθερα στις ελληνικές θάλασσες  και ήταν πάνω σε αυτά άντρες γενναίοι και άφοβοι και έδειχναν από ακτή σε ακτή τη σημαία τους, εμψυχώνοντας τους Χριστιανούς και αψηφώντας τους Τούρκους και πάνω σε αυτή τη σημαία ήταν χαραγμένες οι λέξεις <Ελευθερία ή Θάνατος!>.

             Όταν είδα τους δύο γέροντες τόσο συγκινημένους, αισθάνθηκα μέσα μου ένα αίσθημα απερίγραπτο, απερίγραπτο πόσο μάλλον, εφόσον ήταν αόριστο και ασαφές. Αισθάνθηκα σαν να έγινε πλατύτερο το στήθος και ψηλότερο το σώμα μου. Αλλά ήταν στιγμιαίο και παροδικό αυτό το αίσθημα. Ίσως, γράφοντας τώρα, να περιγράφω μάλλον τι μπορούσα να αισθανθώ τότε παρά τι πραγματικώς και ακριβώς αισθάνθηκα. Μετά από λίγες ώρες αποβιβαστήκαμε στη Χίο.

5 xios

«Το αίμα που χύθηκε ήταν τόσο πολύ που κοκκίνισε την θάλασσα»-Η Σφαγή της Χίου – ΧΩΡΑ ΤΟΥ ΑΧΩΡΗΤΟΥ (choratouaxoritou.gr)

             Περίμενα να δω όπως συνήθως  την παραλία γεμάτη κόσμο, και γνωστούς και φίλους στην προκυμαία, και να ακούσω τα χαρούμενα «Καλώς ορίσατε» και τα αστεία, τα οποία άλλοτε, σε τέτοιες περιπτώσεις, ανταλλάσσονταν μεταξύ της προβλήτας και της βάρκας. Αλλά  το καφενείο στο λιμάνι ήταν άδειο, η προκυμαία έρημη, έρημη η αγορά. Μόνο στις πόρτες κάποιων μαγαζιών οι ιδιοκτήτες, λυπημένοι και σιωπηλοί, μας έβλεπαν με απορία και μας χαιρετούσαν καθώς περνούσαμε.

             Η θέα της γενικής εκείνης στεναχώριας με κατατάραζε και μου ερχόταν να φωνάξω ρωτώντας τους εμπόρους μπροστά από τα μαγαζιά:  «Για όνομα του θεού, τι έπαθε η Χίος, τι συμβαίνει;» Αλλά πήγαινα μετά από τον πατέρα μου και τον ακολουθούσα και δεν ήμουν συνηθισμένος να παίρνω πρωτοβουλία ποτέ, όταν ήταν εκεί αυτός.

             Ευτυχώς ούτε εκείνος κρατήθηκε για πολύ αλλά μπαίνοντας στο κατάστημα παλιού γνωστού τον ρώτησε, χωρίς πρόλογο που να εξηγεί την παρουσία μας, την ίδια αυτή ερώτηση που μου ερχόταν στα χείλη.

             -Βρήκες την ώρα να επιστρέψεις φίλε μου. Εδώ γίνεται ο χαλασμός του κόσμου. Αυτές ήταν οι πρώτες λέξεις του εμπόρου. Αλλά αυτή η μελαγχολική υποδοχή δεν τον εμπόδισε μας δείξει την ευχαρίστηση του που μας συνάντησε.  Μας ανάγκασε να καθίσουμε, επέμενε να μας κεράσει και στο μεταξύ, φιλοξενώντας μας, μας διηγήθηκε αυτά που είχαν συμβεί.

             Τότε μάθαμε ότι ο στόλος, τον οποίο είδαμε την αυγή να πλέει προς την Σάμο, είχε μείνει δέκα μέρες στα παράλια της Χίου, υπό τον ναύαρχο Τομπάζη με σκοπό την εξέγερση του νησιού, αλλά και ότι οι Τούρκοι, όταν είδαν τα ελληνικά πλοία, συνέλαβαν τον ιεράρχη και τους προκρίτους, τους οποίους ακόμα κρατούσαν ως ομήρους μέσα στο φρούριο, ενώ οι ντόπιοι δεν ξεσηκώθηκαν και έφυγε άπρακτος ο στόλος. Και μας αφηγήθηκε λεπτομερώς ο μαγαζάτορας των δέκα εκείνων ημερών τις περιπέτειες και απαριθμούσε τα ονόματα των συλληφθέντων ομήρων, ονόματα σεβαστά και αγαπητά, και περιέγραφε με συγκίνηση τον τρόμο που έσπειρε η σύλληψή τους σε όλο το νησί. Διότι ήταν ήδη γνωστές  οι σφαγές στην Κωνσταντινούπολη. Και η κράτηση των ομήρων θεωρήθηκε εύλογα ως πρόλογος χειρότερων παθών. Έτσι καταλάβαμε, γιατί ήταν η πόλη έρημη και μελαγχολική. Καταλάβαμε ακόμα, ότι η Σμύρνη δεν ήταν η μόνη επικίνδυνη διαμονή και ότι,  όπου ένοπλοι Τούρκοι και υπόδουλοι Έλληνες, εκεί θηριώδης αγριότητα από τη μια πλευρά και διαρκής από την άλλη αγωνία. Κατευθυνθήκαμε σιωπηλοί προς το σπίτι μας.

                                                                                                                                                                                                    Συνεχίζεται…

 

(Για την αναζήτηση σημασιών άγνωστων λέξεων του πρωτοτύπου σε λεξικά, την αναζήτηση σχετικών εικόνων από το διαδίκτυο και την απόδοση του παραπάνω αποσπάσματος από την καθαρεύουσα στην Νέα Ελληνική εργάστηκαν οι μαθητές των περυσινών Γ2 και Γ4 του Γυμνασίου Γαζίου: Μαρία Ζερβού, Κορίνα Κοκκινάκη, Αφροδίτη Εγγλέζου, Ηλίας Καλογεράκος, Ειρήνη Καλλέργη. Φιλολογική επιμέλεια: Βλασία Διαμαντή)

 

«Λουκής Λάρας» Δ. Βικέλα, Β Κεφάλαιο - Μέρος 2ο

 

eksofilo 2

 ΚΛΑΣΣΙΚΑ ΕΙΚΟΝΟΓΡΑΦΗΜΕΝΑ #1262: Λουκής Λάρας (ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ 1821) (yabook.gr)


          Κατευθυνθήκαμε σιωπηλοί προς το σπίτι μας. Όταν χτύπησε ο πατέρας μου την  πόρτα, είδα ένα δάκρυ σιωπηλό στο μάγουλό του. Αλλά εγώ αισθανόμουν την καρδιά μου να σείεται από την πλημμύρα παλιών χαρούμενων αναμνήσεων. Όταν άνοιξε την πόρτα η Ανδριάνα, η ορφανή κόρη της παραμάνας μου, το χαρούμενο κορίτσι που παίζαμε μαζί όταν ήμασταν παιδιά, η αφοσιωμένη της μητέρας μου υπηρέτρια, όταν άνοιξε την πόρτα και μας είδε  απροσδόκητα μπροστά της, έκπληκτη και πασίχαρη άνοιξε τα χείλη να φωνάξει την είδηση του ερχομού μας. Τότε εγώ όρμησα και, πριν καλά - καλά προλάβει να φωνάξει, έκλεισα με το ένα χέρι το στόμα της και με το άλλο τράβηξα τη λευκή ουρά του χιώτικου κεφαλομάντηλού της και λύθηκαν οι πλεξίδες της και έμεινε στο χέρι μου το λευκό ρούχο. Λησμόνησα εκείνη την στιγμή και τον σεβασμό προς τον πατέρα μου και τα επτά χρόνια της απουσίας μου και τους οιωνούς μέσα στους οποίους επέστρεφα στο πατρικό μου σπίτι.

xiotikes endimasies

Οι Χιώτικες ενδυμασίες σαν χαρακτικά | politischios.gr

          Η χαρά της μητέρας μου, όταν μας είδε, επισκίασε κάθε άλλο της αίσθημα. Την βρήκα πιο γερασμένη απ΄ ό,τι την ήξερα την καλή μου τη μητέρα, ενώ οι αδελφές μου, που τις άφησα μικρά παιδιά, ήταν ήδη κοπέλες που άνθιζαν. Με πόση χαρά επιστρέφει κανείς μετά από μεγάλη απουσία στο σπίτι όπου γεννήθηκε, κοντά σε κείνους που από παιδί αγάπησε! Πόσο γλυκειές οι πρώτες ώρες της συνάντησης και οι περιποιήσεις μιας αγαπημένης μητέρας που οδηγεί τον γιο που επιστρέφει στο παλιό δωμάτιο, στο κρεβάτι, που για πολλά χρόνια δεν κοιμήθηκε και τα  τρυφερά λόγια και τα δάκρυα χαράς που διέκοπταν τα λόγια της και τα σφιχταγκαλιάσματα και τα μητρικά φιλιά! Η δυστυχισμένη μητέρα μου, πόσα έμελλε ακόμα να υποφέρει πριν κλείσει τα μάτια της!  
 
          Ο πατέρας μου ήθελε να πάμε αμέσως στην εξοχή, στον πύργο μας αλλά η Δημογεροντία δεν το επέτρεψε. Δεν επιτρεπόταν σε καμιά από τις εύπορες οικογένειες να φύγει από την πόλη. Οι Τούρκοι, εκτός από τους κρατούμενους στο φρούριο, μας ήθελαν όλους εκεί, κοντά, κάτω από το χέρι τους, κάτω από τη μάχαιρά τους.
dimogerontes despotis salwnwn trapezi 

Κοτζαμπάσηδες, οπλαρχηγοί και κεφαλαιούχοι επί τουρκοκρατίας — Μνήμες Ελληνισμού (mnimesellinismou.com)

           Μείναμε λοιπόν, θέλοντας και μη στην πόλη, πιστεύοντας ότι ούτως ή άλλως δεν θα αργήσουν να ησυχάσουν τα πράγματα. Κανείς δεν μπορούσε να φανταστεί την μακρά από τότε διάρκεια του αγώνα.  Κι εμείς στη Χίο, χρωστώ να το παραδεχτώ, δεν είχαμε στην  αρχή μεγάλες ελπίδες για επιτυχία στο τέλος. Απεναντίας, βλέπαμε από κοντά τον όγκο των τουρκικών δυνάμεων και τον βλέπαμε υπό το πρίσμα των παλιών εντυπώσεων και της πίεσης του τρόμου. Η επανάσταση δεν είχε ακόμα αναδείξει την ισχύ της με τις νίκες στην ξηρά και τα κατορθώματα στη θάλασσα.   

          Και αργότερα όμως, όταν άρχισαν οι θρίαμβοι των ελληνικών όπλων, οι ειδήσεις για αυτούς δεν μπόρεσαν να εξουδετερώσουν την αποθάρρυνση, την  οποία  οι  καταστροφές γύρω μας έσπειραν  στις καρδιές μας. Διότι κάθε κατόρθωμα των επαναστατών είχε την ανταπόδοσή του, όπου οι Τούρκοι κυριαρχούσαν. Την πρώτη πυρπόληση τουρκικού δικρότου ακολούθησε ο θρήνος των Κυδωνιών και οι φρικώδεις σφαγές της Σμύρνης την ήττα των εχθρών στην Σάμο την διαδέχτηκαν τα αιμοχαρή όργια στην Κύπρο μετά την άλωση της Τριπολιτσάς επακολούθησε η ερήμωση της Κασσάνδρας!

dikroto

δίκροτο - Βικιλεξικό (wiktionary.org)

          Και στο μεταξύ ο επίσκοπος και οι πρόκριτοι κρατούνταν στο φρούριο, ο δε αριθμός της φρουράς σε αυτό αυξανόταν κάθε φορά με νέες βοηθητικές δυνάμεις, οι πιέσεις επιτείνονταν και οι Τούρκοι μάς έριχναν άγρια βλέμματα και ακόνιζαν τα ξίφη τους, ενώ απέναντί μας, σε όλα τα παράλια της Ανατολής, συγκεντρώνονταν αγέλες θηρίων έτοιμων να πέσουν πάνω στο νησί μας! Όχι η ατμόσφαιρα γύρω μας δεν ήταν κατάλληλη για την ανύψωση του φρονήματος το κεφάλι μας έγερνε από τον ανεμοστρόβιλο του κατατρεγμού και  ελπίδες γενναίες δεν εισχωρούσαν στην ψυχή μας.

          Η μόνη ελπίδα του πατέρα μου -ελπίδα όχι αποτίναξης του ζυγού, αλλά συμβιβασμού και συνδιαλλαγής- στηριζόταν στην βοήθεια της Χριστιανοσύνης. Αλλά ο φίλος του Ζενάκης δεν παραδεχόταν καθόλου την πιθανότητα αυτής της βοήθειας. Σφιγγόταν η καρδιά μου, όταν τον άκουγα να ελεεινολογεί το κίνημα και να θρηνεί εκ των προτέρων όλες τις συνέπειές του. Ο πατέρας μου φαινόταν να μην πείθεται και επέμενε να ελπίζει, αλλά ο Ζενάκης ήταν υποπρόξενος, δεν θυμάμαι ποιας από τις  δευτερεύουσες δυνάμεις- της Ολλανδίας νομίζω- με αποτέλεσμα  σε εμένα τα λόγια του να φαίνονται όλο βαρύτητα και επισημότητα.

          Ήταν παλιός φίλος του πατέρα μου και γείτονας κι ένας από τους λίγους που εκείνη την εποχή σύχναζε στο σπίτι μας. Λόγω του αξιώματός του βρισκόταν σε καθημερινή επαφή με τους υπόλοιπους πρόξενους και η ανθελληνική πολιτική των Δυνάμεων, που ρύθμιζε τις ιδέες των προξένων στη Χίο, αντικατοπτριζόταν στη γλώσσα του Ζενάκη. Οι εκφράσεις του για την επανάσταση δεν ήταν ούτε επαινετικές για το παρόν ούτε ενθαρρυντικές για το μέλλον.

          -Δεν επεμβαίνει η Ευρώπη και ησύχασε, έλεγε και ξαναέλεγε στον πατέρα μου. Οι βασιλιάδες δεν συμπεθερεύουν με επαναστάτες.

          -Και θα αφήσουν τον Σουλτάνο να σφάξει όλους τους Έλληνες; φώναζε ο πατέρας μου.

          -Ας προσκυνήσουν και ας ζητήσουν το έλεός του, απαντούσε ο Ζενάκης.

          Και μου φαίνεται ότι τον ακούω να επαναλαμβάνει την συνηθισμένη του φράση, όποτε γινόταν λόγος για επαναστάτες: «επήραν το Γένος στο λαιμό τους!»

sinedrio vien 

Το Συνέδριο της Βιέννης και οι αποφάσεις του | OffLine Post

           Και πέρασε έτσι το καλοκαίρι και μετά το καλοκαίρι ήρθε το φθινόπωρο, και το φθινόπωρο το διαδέχθηκε ο χειμώνας. Πώς πέρασαν οι δέκα εκείνοι μήνες κατά τους οποίους ζήσαμε μεταξύ σφύρας και άκμονος λησμονώντας την διάρκεια του χθες με την προσδοκία του αύριο;

          Έχεις επιχειρήσει ποτέ, αναγνώστη, την ανάβαση ενός ψηλού βουνού; Αρχίζεις με θάρρος την πορεία· είναι τραχιά η ανηφόρα και σύντομα ο ιδρώτας βρέχει το μέτωπό σου. Αλλά πλησιάζοντας το τέρμα νιώθεις λιγότερο κόπο. Βλέπεις μπροστά σου την κορυφή. Προχωράς προς αυτήν. Πλησίασες! Μένουν λίγα ακόμη βήματα. Έφτασες! Αλλά όχι. Δεν ήταν αυτό η κορυφή. Σε εξαπάτησε μια προεξοχή του βουνού. Πιο εκεί, ψηλότερα είναι η αληθινή κορυφή του. Η απόσταση δεν φαίνεται μεγάλη. Εμπρός! Και αρχίζεις ξανά την ανάβαση, με τα γόνατα λιγότερο σταθερά, με ταχύτερους τους παλμούς της καρδιάς. Και φτάνεις εκεί και την κορυφή την βλέπεις πιο μακριά πάλι. Και τις δυνάμεις σου τις εξάντλησες ήδη αγωνιζόμενος να φτάσεις στο τέρμα κι αυτό απομακρύνεται, ενώ νομίζεις ότι το άγγιξες. Κουρασμένος, ασθμαίνοντας, βλέπεις επιτέλους τον ουρανό πίσω από την τελευταία άκρη και τότε, πέφτοντας στο χώμα να ανακτήσεις  δυνάμεις, βλέπεις κάτω την κοιλάδα και θαυμάζεις το ύψος στο οποίο ανέβηκες!

          Να λοιπόν πώς πέρασαν οι μήνες εκείνοι. Ανεβαίναμε το βουνό αλλά από την αρχή κάλυπταν σύννεφα  την κορυφή και δεν την βλέπαμε. Όταν επιτέλους  φτάσαμε στην άκρη, βρήκαμε γκρεμό μπροστά μας και βάραθρο και αντί να ξεκουραστούμε στο ύψωμα, γκρεμιστήκαμε κατακόρυφα.

 

Συνεχίζεται…

 

«Λουκής Λάρας», Δ. Βικέλα  Α Κεφάλαιο - Μέρος 3ο

 

eks 


             Τα πρώτα που ακούστηκαν για την επανάσταση ήρθαν σε εμάς κατά την μεγάλη Τεσσαρακοστή. Τι Τεσσαρακοστή και τι Πάσχα ήταν εκείνο! Πηγαίναμε συχνά στην εκκλησία, καθόσον μάλιστα εκεί μεταδιδόταν οι ειδήσεις, συχνά ψεύτικες, συνήθως διογκωμένες αλλά  εντέλει οι μόνες ειδήσεις που μαθαίναμε. Και ας μην υποθέσει κανείς, ότι η έγνοια μας για αυτά μας αποσπούσε τον νου από τις εκκλησιαστικές τελετές. Το αντίθετο! Το θρησκευτικό συναίσθημα ήταν ισχυρό τότε και τα παθήματα του γένους έπαιρναν για μας σάρκα και οστά, να το πούμε έτσι, στα πάθη του Χριστού και οι κατανυκτικές ακολουθίες της Μεγάλης Εβδομάδας εκπροσωπούσαν την ψυχική κατάσταση στην οποία βρισκόταν το εκκλησίασμα.


             Από τα μέσα της Μεγάλης Εβδομάδας διαδόθηκαν άσχημες φήμες. Ακούσθηκαν ότι ελάμβαναν χώρα και φυλακίσεις και δημεύσεις και σφαγές στην Κωνσταντινούπολη, ότι πολλοί από τους πρόκριτους αποκεφαλίστηκαν.  

antip

Σφαγές στην Κωνσταντινούπολη (1821) - Τιμή στο 1821 (timisto1821.gr) 


             Την Κυριακή του Πάσχα μάθαμε ότι θανατώθηκε και ο Μέγας Διερμηνεύς, ο Μουρούζης. Ο τρόμος  που προκαλούσαν οι αλλεπάλληλες αυτές ειδήσεις έριχνε ένα πέπλο πένθους στα χαρμόσυνα της Ανάστασης τροπάρια. Μετά από λίγες μέρες διαδόθηκε μια φοβερή και τρομερή είδηση: Ο Πατριάρχης κρεμάστηκε! Το πτώμα του δόθηκε για βεβήλωση στους  Εβραίους! Και μας θέρισε την καρδιά η είδηση και μας έκοψε τα γόνατα!
(εικ. 3)


             Διότι μας κυρίευε ένα διπλό αίσθημα όλους μας. Η φρίκη που σε κάθε χριστιανό, σε κάθε Έλληνα προξενούσε η ιεροσυλία κατά του ιερού προσώπου του Πατριάρχη, του Εθνάρχη. Και η συναίσθηση ότι κανενός πλέον από εμάς η ζωή δεν ήταν εξασφαλισμένη. Εάν αυτή η εξουσία του Σουλτάνου αποτολμούσε τέτοιες πράξεις στην πρωτεύουσα κατά των ηγετών, κατά των προκρίτων του γένους, ποιους κινδύνους διατρέχαμε εμείς οι ασήμαντοι ραγιάδες από την αχαλίνωτη θηριωδία των Τούρκων της Σμύρνης και πολύ περισσότερο αυτών της Ανατολής;  


             Είχαν ήδη προ ημερών αρχίσει να συγκεντρώνονται γύρω από την Σμύρνη άτακτες ομάδες οπλισμένων που τους  τραβούσε από την Ανατολή η δίψα  του αίματος και της λεηλασίας. Ο πασάς φαινόταν ακόμα να ενδιαφέρεται για την ασφάλεια των κατοίκων  και κρατούσε έξω από την πόλη τα θηρία εκείνα.  Αλλά το ότι ήταν κοντά ξάναβε και ξεσήκωνε τους  Τούρκους της πόλης. Αυτοί γίνονταν μέρα με την μέρα απειλητικότεροι και από τις απειλές περνούσαν στις  πράξεις. Το χέρι κατέβαινε συχνά στο μαχαίρι και άρχιζε το μαχαίρι να βγαίνει εύκολα από την θήκη και πολλοί αθώοι πληγώθηκαν και κάποιοι θανατώθηκαν στους δρόμους της Σμύρνης.


             Αλλά αυτά ήταν οι αρχές της θυσίας. Έπειτα, ακολούθησαν οι θυσίες, τα όργια της λύσσας, οι σφαγές και οι εμπρησμοί και οι αιχμαλωσίες, όχι μόνο στους δρόμους και στις αγορές και στα σπίτια των Χριστιανών αλλά και κάτω από τις σημαίες των Προξενείων και πάνω σε αυτά ακόμη τα ευρωπαϊκά πλοία, από τα οποία εκατοντάδες φυγάδες αρπάχτηκαν και σφάχτηκαν. Αλλά αυτά τα πληροφορήθηκα αργότερα. Δεν τα είδα και δεν θέλω να γράφω παρά μόνο ό,τι είδα και υπέφερα.


            Πολλοί παρόλα αυτά, από τις πρώτες ημέρες, άρχισαν να φεύγουν κρυφά. Κάθε σχεδόν μέρα μαθαίναμε ότι έγινε άφαντος κάποιος  από τους γνωστούς μας. Τι έπαθε! Μην τον σκότωσαν; Μην κρύβεται φοβισμένος; Γινόταν στο τέλος γνωστή η φυγή του. Το παράδειγμα εκείνων που έφευγαν και ο φόβος των καθημερινά αυξανόμενων κινδύνων  δεν μας άφηναν να ησυχάσουμε, τον πατέρα μου και εμένα. Μας κατέλαβε ακατάσχετος πόθος φυγής. Άλλο δε σκεφτόμασταν, μόνο πώς να φύγουμε.


             Τα πράγματα μέρα με τη μέρα γίνονταν δυσκολότερα. Οι Τουρκικές αρχές δεν επέτρεπαν πλέον την αναχώρηση των ραγιάδων. Λεγόταν μάλιστα - αλλά δεν θέλαμε ακόμη να το πιστέψουμε -  ότι οι πρόξενοι πήραν διαταγές  να διώχνουμε εκείνους που προσέφευγαν στα ξένα πλοία. Δεν το πιστεύαμε κι όμως ήταν αλήθεια. Ευτυχώς βρέθηκαν και πρόξενοι και πλοίαρχοι εύσπλαχνοι που δεν ήθελαν να γίνουν προμηθευτές σφαγίων για τους Τούρκους.        


             Εκείνες τις ημέρες έφτασε στη Σμύρνη ένας παλιός φίλος του πατέρα μου,  ο καπετάν Βιζβίλης, κυβερνήτης πλοίου με ρωσική σημαία. Ανακουφίστηκε ο πατέρας μου, όταν ένα πρωί  τον είδε να μπαίνει στο Χάνι μας για επίσκεψη. Ο καλός πλοίαρχος ερχόταν να μας προσφέρει το πλοίο του. Μέσα σε τρεις μέρες μετά την παράδοση του φορτίου υποσχέθηκε  να μας μεταφέρει στη Χίο.


             -Στη Χίο; Φώναξα, όταν μου εκμυστηρεύτηκε ο πατέρας μου την απόφασή του. Μήπως εκεί θα είμαστε πιο ασφαλείς από εδώ;


             -Εκεί θα είμαστε όλοι μαζί, με την μητέρα σου και τις αδελφές σου. Ή θα σωθούμε μαζί τους ή όλοι μαζί ας καταστραφούμε.

 

goleta
  1820 1821 Goleta ALCANCE luego Escobedo despues Patria Stock Photo - Alamy  

        

             Εν τω μεταξύ ετοιμαζόμασταν. Αλλά ούτε καιρό για προετοιμασίες είχαμε ούτε θέλαμε να προδώσουμε με άκαιρα μέτρα το μυστικό μας σχέδιο. Τα εμπορεύματα αποφασίσαμε να τα παρατήσουμε στο έλεος του Θεού και τις ανείσπραχτες οφειλές των οφειλετών μας στην συνείδησή τους, αν σώζονταν και εκείνοι. Συγκεντρώσαμε όσα μπορέσαμε χρήματα και την τρίτη μέρα με καρδιά που έτρεμε περιμέναμε την δύση του ήλιου, όπως είχαμε συνεννοηθεί με τον φίλο μας τον πλοίαρχο.  

 

(Για την αναζήτηση σημασιών άγνωστων λέξεων του πρωτοτύπου σε λεξικά, την αναζήτηση σχετικών εικόνων από το διαδίκτυο και την απόδοση του παραπάνω αποσπάσματος από την καθαρεύουσα στην Νέα Ελληνική εργάστηκαν οι μαθητές των περυσινών Γ2 και Γ4 του Γυμνασίου Γαζίου: Κορίνα Κοκκινάκη, Ελευθερία Κεφαλογιάννη. Φιλολογική επιμέλεια: Βλασία Διαμαντή)  

 

Συνεχίζεται.....