aa

Άρθρα

«Λουκής Λάρας» Δ. Βικέλα, Β Κεφάλαιο - Μέρος 2ο

 

eksofilo 2

 ΚΛΑΣΣΙΚΑ ΕΙΚΟΝΟΓΡΑΦΗΜΕΝΑ #1262: Λουκής Λάρας (ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ 1821) (yabook.gr)


          Κατευθυνθήκαμε σιωπηλοί προς το σπίτι μας. Όταν χτύπησε ο πατέρας μου την  πόρτα, είδα ένα δάκρυ σιωπηλό στο μάγουλό του. Αλλά εγώ αισθανόμουν την καρδιά μου να σείεται από την πλημμύρα παλιών χαρούμενων αναμνήσεων. Όταν άνοιξε την πόρτα η Ανδριάνα, η ορφανή κόρη της παραμάνας μου, το χαρούμενο κορίτσι που παίζαμε μαζί όταν ήμασταν παιδιά, η αφοσιωμένη της μητέρας μου υπηρέτρια, όταν άνοιξε την πόρτα και μας είδε  απροσδόκητα μπροστά της, έκπληκτη και πασίχαρη άνοιξε τα χείλη να φωνάξει την είδηση του ερχομού μας. Τότε εγώ όρμησα και, πριν καλά - καλά προλάβει να φωνάξει, έκλεισα με το ένα χέρι το στόμα της και με το άλλο τράβηξα τη λευκή ουρά του χιώτικου κεφαλομάντηλού της και λύθηκαν οι πλεξίδες της και έμεινε στο χέρι μου το λευκό ρούχο. Λησμόνησα εκείνη την στιγμή και τον σεβασμό προς τον πατέρα μου και τα επτά χρόνια της απουσίας μου και τους οιωνούς μέσα στους οποίους επέστρεφα στο πατρικό μου σπίτι.

xiotikes endimasies

Οι Χιώτικες ενδυμασίες σαν χαρακτικά | politischios.gr

          Η χαρά της μητέρας μου, όταν μας είδε, επισκίασε κάθε άλλο της αίσθημα. Την βρήκα πιο γερασμένη απ΄ ό,τι την ήξερα την καλή μου τη μητέρα, ενώ οι αδελφές μου, που τις άφησα μικρά παιδιά, ήταν ήδη κοπέλες που άνθιζαν. Με πόση χαρά επιστρέφει κανείς μετά από μεγάλη απουσία στο σπίτι όπου γεννήθηκε, κοντά σε κείνους που από παιδί αγάπησε! Πόσο γλυκειές οι πρώτες ώρες της συνάντησης και οι περιποιήσεις μιας αγαπημένης μητέρας που οδηγεί τον γιο που επιστρέφει στο παλιό δωμάτιο, στο κρεβάτι, που για πολλά χρόνια δεν κοιμήθηκε και τα  τρυφερά λόγια και τα δάκρυα χαράς που διέκοπταν τα λόγια της και τα σφιχταγκαλιάσματα και τα μητρικά φιλιά! Η δυστυχισμένη μητέρα μου, πόσα έμελλε ακόμα να υποφέρει πριν κλείσει τα μάτια της!  
 
          Ο πατέρας μου ήθελε να πάμε αμέσως στην εξοχή, στον πύργο μας αλλά η Δημογεροντία δεν το επέτρεψε. Δεν επιτρεπόταν σε καμιά από τις εύπορες οικογένειες να φύγει από την πόλη. Οι Τούρκοι, εκτός από τους κρατούμενους στο φρούριο, μας ήθελαν όλους εκεί, κοντά, κάτω από το χέρι τους, κάτω από τη μάχαιρά τους.
dimogerontes despotis salwnwn trapezi 

Κοτζαμπάσηδες, οπλαρχηγοί και κεφαλαιούχοι επί τουρκοκρατίας — Μνήμες Ελληνισμού (mnimesellinismou.com)

           Μείναμε λοιπόν, θέλοντας και μη στην πόλη, πιστεύοντας ότι ούτως ή άλλως δεν θα αργήσουν να ησυχάσουν τα πράγματα. Κανείς δεν μπορούσε να φανταστεί την μακρά από τότε διάρκεια του αγώνα.  Κι εμείς στη Χίο, χρωστώ να το παραδεχτώ, δεν είχαμε στην  αρχή μεγάλες ελπίδες για επιτυχία στο τέλος. Απεναντίας, βλέπαμε από κοντά τον όγκο των τουρκικών δυνάμεων και τον βλέπαμε υπό το πρίσμα των παλιών εντυπώσεων και της πίεσης του τρόμου. Η επανάσταση δεν είχε ακόμα αναδείξει την ισχύ της με τις νίκες στην ξηρά και τα κατορθώματα στη θάλασσα.   

          Και αργότερα όμως, όταν άρχισαν οι θρίαμβοι των ελληνικών όπλων, οι ειδήσεις για αυτούς δεν μπόρεσαν να εξουδετερώσουν την αποθάρρυνση, την  οποία  οι  καταστροφές γύρω μας έσπειραν  στις καρδιές μας. Διότι κάθε κατόρθωμα των επαναστατών είχε την ανταπόδοσή του, όπου οι Τούρκοι κυριαρχούσαν. Την πρώτη πυρπόληση τουρκικού δικρότου ακολούθησε ο θρήνος των Κυδωνιών και οι φρικώδεις σφαγές της Σμύρνης την ήττα των εχθρών στην Σάμο την διαδέχτηκαν τα αιμοχαρή όργια στην Κύπρο μετά την άλωση της Τριπολιτσάς επακολούθησε η ερήμωση της Κασσάνδρας!

dikroto

δίκροτο - Βικιλεξικό (wiktionary.org)

          Και στο μεταξύ ο επίσκοπος και οι πρόκριτοι κρατούνταν στο φρούριο, ο δε αριθμός της φρουράς σε αυτό αυξανόταν κάθε φορά με νέες βοηθητικές δυνάμεις, οι πιέσεις επιτείνονταν και οι Τούρκοι μάς έριχναν άγρια βλέμματα και ακόνιζαν τα ξίφη τους, ενώ απέναντί μας, σε όλα τα παράλια της Ανατολής, συγκεντρώνονταν αγέλες θηρίων έτοιμων να πέσουν πάνω στο νησί μας! Όχι η ατμόσφαιρα γύρω μας δεν ήταν κατάλληλη για την ανύψωση του φρονήματος το κεφάλι μας έγερνε από τον ανεμοστρόβιλο του κατατρεγμού και  ελπίδες γενναίες δεν εισχωρούσαν στην ψυχή μας.

          Η μόνη ελπίδα του πατέρα μου -ελπίδα όχι αποτίναξης του ζυγού, αλλά συμβιβασμού και συνδιαλλαγής- στηριζόταν στην βοήθεια της Χριστιανοσύνης. Αλλά ο φίλος του Ζενάκης δεν παραδεχόταν καθόλου την πιθανότητα αυτής της βοήθειας. Σφιγγόταν η καρδιά μου, όταν τον άκουγα να ελεεινολογεί το κίνημα και να θρηνεί εκ των προτέρων όλες τις συνέπειές του. Ο πατέρας μου φαινόταν να μην πείθεται και επέμενε να ελπίζει, αλλά ο Ζενάκης ήταν υποπρόξενος, δεν θυμάμαι ποιας από τις  δευτερεύουσες δυνάμεις- της Ολλανδίας νομίζω- με αποτέλεσμα  σε εμένα τα λόγια του να φαίνονται όλο βαρύτητα και επισημότητα.

          Ήταν παλιός φίλος του πατέρα μου και γείτονας κι ένας από τους λίγους που εκείνη την εποχή σύχναζε στο σπίτι μας. Λόγω του αξιώματός του βρισκόταν σε καθημερινή επαφή με τους υπόλοιπους πρόξενους και η ανθελληνική πολιτική των Δυνάμεων, που ρύθμιζε τις ιδέες των προξένων στη Χίο, αντικατοπτριζόταν στη γλώσσα του Ζενάκη. Οι εκφράσεις του για την επανάσταση δεν ήταν ούτε επαινετικές για το παρόν ούτε ενθαρρυντικές για το μέλλον.

          -Δεν επεμβαίνει η Ευρώπη και ησύχασε, έλεγε και ξαναέλεγε στον πατέρα μου. Οι βασιλιάδες δεν συμπεθερεύουν με επαναστάτες.

          -Και θα αφήσουν τον Σουλτάνο να σφάξει όλους τους Έλληνες; φώναζε ο πατέρας μου.

          -Ας προσκυνήσουν και ας ζητήσουν το έλεός του, απαντούσε ο Ζενάκης.

          Και μου φαίνεται ότι τον ακούω να επαναλαμβάνει την συνηθισμένη του φράση, όποτε γινόταν λόγος για επαναστάτες: «επήραν το Γένος στο λαιμό τους!»

sinedrio vien 

Το Συνέδριο της Βιέννης και οι αποφάσεις του | OffLine Post

           Και πέρασε έτσι το καλοκαίρι και μετά το καλοκαίρι ήρθε το φθινόπωρο, και το φθινόπωρο το διαδέχθηκε ο χειμώνας. Πώς πέρασαν οι δέκα εκείνοι μήνες κατά τους οποίους ζήσαμε μεταξύ σφύρας και άκμονος λησμονώντας την διάρκεια του χθες με την προσδοκία του αύριο;

          Έχεις επιχειρήσει ποτέ, αναγνώστη, την ανάβαση ενός ψηλού βουνού; Αρχίζεις με θάρρος την πορεία· είναι τραχιά η ανηφόρα και σύντομα ο ιδρώτας βρέχει το μέτωπό σου. Αλλά πλησιάζοντας το τέρμα νιώθεις λιγότερο κόπο. Βλέπεις μπροστά σου την κορυφή. Προχωράς προς αυτήν. Πλησίασες! Μένουν λίγα ακόμη βήματα. Έφτασες! Αλλά όχι. Δεν ήταν αυτό η κορυφή. Σε εξαπάτησε μια προεξοχή του βουνού. Πιο εκεί, ψηλότερα είναι η αληθινή κορυφή του. Η απόσταση δεν φαίνεται μεγάλη. Εμπρός! Και αρχίζεις ξανά την ανάβαση, με τα γόνατα λιγότερο σταθερά, με ταχύτερους τους παλμούς της καρδιάς. Και φτάνεις εκεί και την κορυφή την βλέπεις πιο μακριά πάλι. Και τις δυνάμεις σου τις εξάντλησες ήδη αγωνιζόμενος να φτάσεις στο τέρμα κι αυτό απομακρύνεται, ενώ νομίζεις ότι το άγγιξες. Κουρασμένος, ασθμαίνοντας, βλέπεις επιτέλους τον ουρανό πίσω από την τελευταία άκρη και τότε, πέφτοντας στο χώμα να ανακτήσεις  δυνάμεις, βλέπεις κάτω την κοιλάδα και θαυμάζεις το ύψος στο οποίο ανέβηκες!

          Να λοιπόν πώς πέρασαν οι μήνες εκείνοι. Ανεβαίναμε το βουνό αλλά από την αρχή κάλυπταν σύννεφα  την κορυφή και δεν την βλέπαμε. Όταν επιτέλους  φτάσαμε στην άκρη, βρήκαμε γκρεμό μπροστά μας και βάραθρο και αντί να ξεκουραστούμε στο ύψωμα, γκρεμιστήκαμε κατακόρυφα.

 

Συνεχίζεται…